Το άγγιγμα του ήλιου ιαχή θολωμένη,
υπόσχεση που φιλύποπτα πίνεις,
συγκρατημένα ρουφάς,
ώστε απελευθερωμένος πια,
τελικά, γλυκά πονώντας, αφήνεις τα μέλη.
Οι καμπάνες έσβησαν,
πικάντικες νότες γράφουν στον αέρα,
υπενθυμίζουν επίμονα, ζωηρά,
-όχι όμως αποτελεσματικά –
ξεχασμένα όνειρα προσπερασμένα.
Στο δίκτυ της υπόνοιας που ρίχνουν,
μαζεύω κόμβους και φωνές, ξυπνώ αιχμηρότερα
και μπλέκομαι στα όνειρα ανθρώπων άλλων.
Μικρές ακίδες μαζεύω απ’ τα κλειστά τους λόγια,
μεγάλες λάμες απ’ την ακανόνιστη δική μου μηχανή,
κολυμπώντας σε ανταριασμένο ποτάμι
σώζομαι από νεκρά ξύλα και αφρούς,
την ιδέα μιας απρόσμενης σκάλας γδύνω,
αντιφάσκοντας σαρκαστικά, για το αν πιστεύω
ή φορώ όσα σκέπτομαι και προσδοκώ.
Ορέστης
Photography credits: Mary Zacharaki